Της μαθήτριας ΚΕΊΣΙ ΣΤΑΦΑ

 

Της μαθήτριας ΚΕΊΣΙ ΣΤΑΦΑ

                      Η καταστροφή στο χωριό μου.

 Ήμουν μόλις 20 χρονών όταν συνέβησαν όλα. Όταν οι Γερμανοί μπήκαν στα αλβανικά χωριά του Gramsh το 1943 .

Εκείνη την μέρα είχα βγει έξω. Με είχε στείλει η μανούλα μου να ταΐσω τα ζώα .Από εκείνα ζούσαμε. Βγήκα τάισα τα ζώα και έβγαλα τα πρόβατα να βοσκήσουν. Είχε πάει σχετικά αργά .Το λιβάδι που είχα πάει τα ζώα ήταν αρκετά μακριά από το σπίτι και το χωριό. Όσο πλησίαζα στο χωριό άκουγα ουρλιαχτά ,να φωνάζουν «Έφτασαν οι Γερμανοί! Φύγετε, φύγετε» και είδα όλο το χωριό να τυλίγεται στις φλόγες .Είχα παγώσει, δεν ήξερα τι να κάνω. Από τον φόβο και την τρομάρα άρχισα να τρέχω όσο πιο μακριά μπορούσα, για να πάω να κρυφτώ στα βουνά στις σπηλιές .Δεν γνώριζα τίποτα για τους δικούς μου, αν είναι καλά . Ευτυχώς οι Γερμανοί ήταν περαστικοί ,μετά από ώρες έφυγαν. Ήρθαν μόνο για να μας καταστρέψουν. Όταν γύρισα στο χωριό δεν υπήρχε τίποτα. Ευτυχώς οι δικοί μου ήταν καλά ,για μεγάλο χρονικό διάστημα όμως ζούσαμε σε σκηνή.

            ( Το έλεγε στον παππού μου η μαμά του)

 


                                             Ο πατέρας και ο παππούς μου

(Ο παππούς μου  μού διηγήθηκε τα παιδικά του χρόνια.)
Ήμασταν μια απλή λαϊκή οικογένεια. Τα βγάζαμε δύσκολα πέρα. Ήταν άλλες εποχές τότε πιο δύσκολες ,καμία σχέση με σήμερα .Ήμασταν τρία αδέλφια ,εγώ ήμουνα μικρότερος .Δυστυχώς τότε στο χωριό υπήρχε μία γρίπη, που εξαιτίας της ο πατέρας μου απεβίωσε. Ήμουν μόνο 10 ετών όταν με άφησε .Για αυτό  ο μεγάλος μου αδελφός παράτησε το σχολείο, για να μας μεγαλώσει. Ήταν ο άντρας στο σπιτιού πλέον .Η μητέρα μου δεν μπορούσε να φροντίσει τρία παιδιά μόνη της .Εγώ τα πρωινά πήγαινα στο σχολείο και το απογεύματα πήγαινα μαζί με τον αδερφό μου ή για να ταΐσουμε τα ζώα και να αρμέξουμε γάλα ,για να το πουλήσουμε στο χωριό μας και στα διπλανά χωριά και να μπορέσουμε να βγάλουμε κάτι για να ζήσουμε ή άλλες φορές έβγαζα τα ζώα έξω  για να βοσκήσουν.